Ἀνδρόγεῳ

Ἀνδρόγεῳ
Ἀνδρόγεῳ̆ , Ἀνδρόγεως
masc nom pl (attic epic ionic)
Ἀνδρόγεῳ̆ , Ἀνδρόγεως
masc dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἀνδρόγεω — Ἀνδρόγεω̆ , Ἀνδρόγεως masc gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρόγεωι — Ἀνδρόγεῳ̆ , Ἀνδρόγεως masc nom pl (attic epic ionic) Ἀνδρόγεῳ̆ , Ἀνδρόγεως masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρόγεως — Ἀνδρόγεω̆ς , Ἀνδρόγεως masc acc pl (attic epic ionic) Ἀνδρόγεω̆ς , Ἀνδρόγεως masc nom sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρόγεων — Ἀνδρόγεω̆ν , Ἀνδρόγεως masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάρος — Νησί των Κυκλάδων, το τρίτο σε έκταση (194,46 τ. χλμ.). Βρίσκεται στα Ν του συγκροτήματος Μυκόνου Δήλου, Δ της Νάξου και Α της Σίφνου. Ωοειδής στο σχήμα, με τους μεγάλους κόλπους της Νάουσας στα Β, της Παροικιάς στα Δ και του Δρυού στα Ν, και… …   Dictionary of Greek

  • Φαίδρα — Ηρωίδα της ελληνικής μυθολογίας, κόρη του Μίνωα και της Πασιφάης. Κατά τον γνωστότερο μύθο, που χρησιμοποίησε ο Ευριπίδης σε δύο τραγωδίες του (τον χαμένο Ιππόλυτο καλυπτόμενο και τον Ιππόλυτο στεφανηφόρο), η Φ., γυναίκα του βασιλιά της Αθήνας… …   Dictionary of Greek

  • αλκαίος — I (Μυτιλήνη 640 – 570 π.Χ.).Λυρικός ποιητής. O Α. έζησε σε μια εποχή δύσκολη για τις ελληνικές πόλεις, οι οποίες αντιμετώπιζαν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, εξαιτίας της αντίθεσης των μεγάλων αριστοκρατικών γενών, που μετάτην κατάργηση της… …   Dictionary of Greek

  • Ανδρόγεως — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Μίνωα και της Πασιφάης ή της Κρήτης, κόρης του Αστερία. Πήρε μέρος και νίκησε στους Παναθηναϊκούς αγώνες, και για τον λόγο αυτό τον σκότωσε από ζήλια o Αιγέας. Σχετικά με τον θάνατό του υπάρχουν διαφορετικές… …   Dictionary of Greek

  • Γεραιστός — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Δία, επώνυμος του Γεραιστού της Ευβοίας, αδελφός του Ταινάρου. 2. Ένας από τους Κύκλωπες. Στον τάφο του θυσίασαν οι Αθηναίοι τις κόρες του Υάκινθου για εξιλασμό για τον θάνατο του Ανδρόγεω …   Dictionary of Greek

  • Μινώταυρος — Μυθολογικό τέρας της Κρήτης, που είχε σώμα ανθρώπου και κεφάλι ταύρου. Το τέρας αυτό υποτίθεται ότι ήταν καρπός των ερωτικών σχέσεων της Πασιφάης, γυναίκας του βασιλιά της Κρήτης, Μίνωα, με έναν κατάλευκο ταύρο, που είχε στείλει ο Ποσειδώνας στον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”